Eleftheria Tseliou gallery is happy to present Eleanna Martinou's solo show 'Eyewitnesses'. The show opens on Tuesday, November 22 and will be on display till the 17th of December 2016.

Faces that form networks - networks that form faces. Eleanna Martinou in her most recent work, approaches the function of the mask as a social facade by presenting two installations: One of watercolors and a sculptural, three dimensional one. Drawing her portraiture from facebook, the artist creates a wider grid for each of the masks. The transparent nature of the watercolor reveals the camouflage and this way the interpersonal relationships and the online friendships are depicted as a network full of empty spaces and flaws. On the points of connection, the color reflects the rhythm and the emotion, always in the poetic idiom that characterizes her work. The Eyewitnesses are constructed by malleable connections, connections on the verge of fragility and they seem to be fluid just like their gaze.
Eleanna Martinou this time too continues to explore the concepts of network and rhythm, as in her previous solo shows.

Opening: Tuesday November 22 / 20.00 - 22.30
Duration: till December 17, 2016
Working hours: Tuesaday - Friday 12.00 - 20.00
Saturday: 12.00 - 15.00

3, Irakleitou Street / Kolonaki / Athens 10673 / t: +30 2103618188
email:info@tseliougallery.com / www.tseliougallery.com

 

Η Eleftheria Tseliou gallery παρουσιάζει την ατομική έκθεση της Ελεάννας Μαρτίνου με τίτλο 'Αυτόπτες'. Η έκθεση ξεκινά τη Τρίτη 22 Νοεμβρίου και διαρκεί μέχρι τις 17 Δεκεμβρίου 2016.

Πρόσωπα που συνθέτουν δίκτυα - δίκτυα που συνθέτουν πρόσωπα. Η Ελεάννα Μαρτίνου, στη νέα της δουλειά, προσεγγίζει τη λειτουργία της μάσκας ως κοινωνικό προσωπείο, παρουσιάζοντας μια εγκατάσταση από ακουαρέλες και μια τρισδιάστατη κατασκευή. Αντλώντας τις προσωπογραφίες της από το facebook, αποδίδει σε κάθε προσωπείο ένα ευρύτερο πλέγμα. Η διαφάνεια της ακουαρέλας ως κύριο μέσο αποκαλύπτει το καμουφλάζ έτσι ώστε οι διαπροσωπικές σχέσεις και οι διαδικτυακές φιλίες να αποτυπώνονται ως ένα δίκτυο γεμάτο κενά. Στα σημεία σύνδεσης το χρώμα απεικονίζει το ρυθμό και το συναίσθημα, πάντα με το ποιητικό ιδίωμα της. Οι Αυτόπτες δομούνται από εύπλαστες συνδέσεις, στα όρια του εύθραυστου – ρευστοί όσο και το βλέμμα τους.

Η Ελεάννα Μαρτίνου εξακολουθεί να ερευνά την έννοια του δικτύου και του ρυθμού, όπως και στις προηγούμενες ατομικές της εκθέσεις.


0003.Eyewitnesses 2016.mov (10515967)

 

Μαρία Γιαγιάννου

Εαυτόπτες

//  για την έκθεση της Ελεάννας Μαρτίνου «Αυτόπτες» //

 

Ένα παιδί είναι χαμένο στη ζούγκλα, αλλά δεν παραιτείται. Μαζεύει κλαράκια, μεταλλάκια, καλάμια, χαρτιά και φτιάχνει μια μικρή καλύβα. Η καλαμένια κυψέλη του, από μια συμπαντική σύμπτωση –ή από μια μαθηματική παρόρμηση– καταλήγει να είναι ένα πλατωνικό πολύεδρο˙ μάλλον ένα δωδεκάεδρο, που συμβολίζει τον αιθέρα. Η καλύβα είναι γεμάτη κενά, τα καλάμια φτιάχνουν γύρω του ένα εύθραυστο δίχτυ – πιάνει τη βροχή, τον πιάνει ο ήλιος, απολαμβάνει τις σκιές, τους ήχους των μεταλλικών αντικειμένων, τις αγριάδες των κλαδιών. Του αρέσει να κοιτάζει μέσα από τις τεμνόμενες γραμμές τον κόσμο της ζούγκλας. Η σκιά των καλαμιών σκεπάζει το σώμα του με ρίγες. Αρχίζει να φορτώνει τη διάτρητη σπηλιά. Όπως κάνουν κάτι εξωτικά πουλιά με αισθητικές ανάγκες, τη στολίζει με γυαλάκια, κομμάτια από λιωμένες εφημερίδες, ένα κλάξον από κάποιο παιδικό όχημα (μα, πού βρέθηκε αυτό εδώ πέρα;), τσίγκινες μορφές που μοιάζουν με τάματα. Τώρα πια η πλατωνική καλύβα δεν είναι για τη γη, αλλά είναι εξοπλισμένη για ταξίδι στους αιθέρες. Το παιδί-πουλί έχτισε ένα πρωτόγονο διαστημόπλοιο, θα το σπρώξει μέχρι το ηφαίστειο και από κει θα εκτοξευθεί μαζί με τη λάβα στον ουρανό, σαν ένα περίπλοκο σήμα καπνού.

Κάτι τέτοια οράματα εμφανίζονται όταν, καθισμένος οκλαδόν στο ατελιέ της Ελεάννας Μαρτίνου, κοιτάζει κανείς το δικτυωτό γλυπτό της. Ανακαλύπτει την ωστική δύναμη των ευτελών, παιχνιδιάρικων υλικών, που αφήνουν το σώμα της κατασκευής ελεύθερο από συμπαγείς κατατάξεις, έρμαιο στον αιφνίδιο άνεμο που θα εισβάλλει απ’ το παράθυρο και θα το τινάξει σαν γιγάντιο σπόρο στους δρόμους της πόλης. Για να συλλέξει σκόνες και στοιχεία. Για να στριμωχθεί σαν ονειροπαγίδα σε κάποια συμβολή οδών και να καρποφορήσει.

 

Βλέμματα της διάλυσης

Κάθε παραδοσιακή και κάθε σύγχρονη εικαστική πράξη κρούει την πύλη της αυτοαναφορικότητας: θέμα (και όχι μόνο μέσον) της εικαστικής τέχνης, όποια κι αν είναι η πρόθεση νοηματοδότησης του καλλιτέχνη, είναι πρώτα το βλέμμα. Είτε ο δημιουργός το πριμοδοτεί, είτε έρχεται σε ρήξη μαζί του, το βλέμμα είναι η αρχή της ενδοεπικοινωνίας. Μετά παίρνει θέση η φαντασία, όμως και πάλι ως βλέμμα, εσωτερικό. Στην έκθεση «Αυτόπτες» το βλέμμα βρίσκεται υπό το βλέμμα μας, από  συνειδητή καλλιτεχνική πρόθεση.

Οι «Αυτόπτες» της Μαρτίνου πριν κοιταχτούν, έχουν κοιτάξει. Είναι πρόσωπα με καταγεγραμμένη πάνω τους την εμπειρία. Όταν τα μάτια τους μένουν ακάλυπτα, βλέπουμε σ’ αυτά όσα προβάλλουμε - θλίψη, πάθος, θυμό, απορία˙ έχουν την ένταση του βλέμματος που υποκαθιστά το εξαφανισμένο στόμα, αναλαμβάνοντας τον ρόλο του: τον ρόλο του ομιλητή. Κάθε προσωπογραφία έχει μια έντονα αμφίδρομη λειτουργία: επιστρέφει το βλέμμα του αποστολέα. Το ομιλητικό βλέμμα προσώπων κρυμμένων μέσα στην ίδια τους τη διάλυση. Χτισμένα από στροβίλους, κηλίδες που έγιναν μικρές λίμνες, κάθετες και οριζόντιες ρίγες, τεθλασμένες γραμμές, σαν εκείνες της πλατωνικής καλύβας που νωρίτερα φαντασιωθήκαμε, τα πρόσωπα της Μαρτίνου δεν είναι απλώς κρυμμένα πίσω απ’ τις γραμμές. Η ίδια τους η κάλυψη τα αποτελεί, είναι το δομικό στοιχείο τους. Όπως συμβαίνει με κάθε μάσκα, μονίμως υιοθετημένη: καταλήγει να γίνει ο χαρακτήρας μας.

Ένα εξωαισθητικό δεδομένο που αφορά στη διαδικασία (καθώς αυτή γίνεται ουσία) είναι το γεγονός ότι τα δεκάδες μικρά πρόσωπα, που αιωρούνται σαν συλλογή γραμματοσήμων στα αέρινα πάνελ της έκθεσης, έχουν σαν πρότυπο τις φωτογραφίες των προφίλ του facebook. Η Βίβλος της κοινωνικής δικτύωσης είναι ένα απέραντο, πολυπρόσωπο τέμπλο, όπου οι απεικονιζόμενοι δεν είναι άλλοι από τις αγιοποιημένες εκδοχές του εαυτού μας. Οι βίοι των προσωπείων μας τροφοδοτούνται καθημερινά από μύθους αυτοδικαίωσης και ανελέητης αυτοδημιουργίας – χτίζουμε τη βιογραφία μας. Δομούμε τη μάσκα μας (εδώ η μάσκα νοείται ως δεδομένη κατάσταση, ένας κοινός τόπος που δεν του προσδίδεται αρνητική χροιά) ενώνοντας τις σημαντικότερες τελείες της ζωής και της δράσης μας, σχηματίζοντας το πλέγμα που μας συνιστά. Πίσω από τα στόρια-δάχτυλά μας κρυβόμαστε και από εκεί παρακολουθούμε τους υπόλοιπους δαχτυλοκρυμμένους. Παρακολουθούμε και τον εαυτό μας να ανασυντίθεται ως περσόνα. Τα πρόσωπα που επέλεξε η καλλιτέχνις είμαστε οι αυτόπτες μάρτυρες του timeline της ίδιας της ζωής μας. Η τέχνη εξαφάνισε τη μορφή μας ως μάσκα (αφού γίναμε αφαιρετικοί, δεν φαίνεται πια η ταυτότητά μας) αλλά εμφάνισε τη μάσκα μας ως δομή (η ζωγραφική έδειξε τις τεμνόμενες κατευθύνσεις του κρυμμένου μας βλέμματος).

Ένοχες ρίγες

Όπως μας πληροφορεί ο Μισέλ Παστουρώ στο δοκίμιό του για τις ρίγες, «Το ρούχο του διαβόλου» (εκδ. Μελάνι), κατά τον Μεσαίωνα κάθε ριγωτή επιφάνεια θεωρείτο πηγή κινδύνου. Η αιτία αυτής της δαιμονοποίησης των ριγών είναι το γεγονός ότι το μεσαιωνικό μάτι είχε μάθει να διαχωρίζει εύτακτα το φόντο από το θέμα, διαχωρισμό που οι ριγωτές επιφάνειες ανατρέπουν αφού φέρνουν τα πάντα σε ένα μονό, πρώτο επίπεδο. Η μεσαιωνική συνείδηση θεωρεί πως αυτή η χωροταξία της ρίγας εξαπατά το μάτι.

Ας έρθουμε τώρα στις εντελώς ελεύθερες ρίγες της Μαρτίνου που, ακριβώς λόγω της κινητικής οφθαλμαπάτης που προκαλούν, ένας μεσαιωνικός νους θα τις συνέδεε με την ιδέα του διάφορου (της varietas) και άρα απωθητικά άναρχου και δολερού. Η καλλιτέχνις, πιστή στη νεωτερικότητα που αγαπά τα χρωματικά συμβάντα των δύο διαστάσεων, ακυρώνει το βάθος πεδίου και αφήνει τις κεφαλές της να επιπλέουν στις δύο διαστάσεις, ως σχεδίες. Ως σχεδίες πράγματι, αφού διασταυρώνουν τα υλικά τους με σκοπό τη διάσωση του εαυτού: κι ας είναι ένας εαυτός χτισμένος από υπαινιγμούς, από διάσπαρτες λέξεις, από χαρακιές. Η ριγωτή τους σύνθεση (όπου και η κηλίδα ακόμα λειτουργεί σαν μια ρίγα που δεν βγήκε στο δρόμο, μια ρίγα που βάλτωσε) ενώνει στα πορτραίτα της το πίσω με το μπρος˙ το πρόσωπο με τη μάσκα του.

Μάσκες που ηχούν

Από τους μασκοφόρους ληστές των γουέστερν μέχρι τη σκοτεινιά της μπούργκας˙ από το «Σιδηρούν Προσωπείο» του Δουμά μέχρι τη μάσκα του Γκάι Φωκς στο V for Vendetta (που χρησιμοποιήθηκε από πολλούς φίλους του facebook ως profile picture τα τελευταία χρόνια)˙ από τη μάσκα της ταινίας τρόμου «Scream», χολυγουντιανό κακέκτυπο της δραματικής «Κραυγής» του Μουνκ μέχρι την εύγλωττη χειρονομία τοποθέτησης του make-up στο γυναικείο πρόσωπο: κάθε εκδοχή προσωπείου δεν καλύπτει το πρόσωπο, αλλά τείνει να το υποκαταστήσει. Το σιδηρούν προσωπείο ενώνεται κυριολεκτικά και βάναυσα με τη σάρκα στο πρόσωπο του εξόριστου δίδυμου αδελφού του βασιλιά. Η μάσκα του V for Vendetta ενώνεται μεταφορικά με το επαναστατικό ιδεώδες που περιμένει στην κορυφή του πάντα ετοιμοπόλεμου θυμικού μας.

Angry: μία από τις λιγοστές λέξεις που επέλεξε να γράψει η Μαρτίνου σε μια από τις κομψές της ακουαρέλλες. Μια λέξη που περιέχει ήχο, κι όμως λέξη σιωπηρή αφού υποκαθιστά μια ηχηρή δήλωση, όπως και η μονάδα μέτρησης hertz, που υποδηλώνεται με τον αριθμό 4.5 σε μια άλλη ζωγραφιά, λειτουργούν ως ψυχοακουστικοί υπαινιγμοί και συντονίζονται με τα ευαίσθητα χρώματα. Με νερωμένο κόκκινο και μαύρο εντείνει την εξωστρέφεια της εν λόγω ζωγραφιάς η καλλιτέχνις, δηλώνει απερίφραστα το συναίσθημα και άρα, κοινωνώντας το σε αυτό τον τόπο την εποχή του θυμού, από ατομικό το κάνει πολιτικό. Όσο πάθος κι αν υποκινεί ωστόσο τα πορτραίτα της –τους σοβαρούς Αυτόπτες της– η γλυκύτητα της ακουαρέλλας το αμβλύνει προς την κατεύθυνση μιας πιο ψύχραιμης ποίησης. Έτσι, δεν σπανίζουν εκείνα τα μικροπορτραίτα της γαλήνης, που μοιάζουν με αποτυπώματα που άφησε στο χαρτί μια χούφτα από βρεγμένα βότσαλα.

Οι μάσκες της φωτιάς γίνονται του νερού, γίνονται του αέρα, γίνονται της γης. Η καλλιτέχνις διαλέγει να δουλέψει πάνω στη χρωματική κλίμακα του Πολύγνωτου –την πολυγνώτειο τετραχρωμία– ακολουθώντας την επιθυμία του «αγαθού ηθογράφου» (κατά την αριστοτέλεια απόφανση) να χρησιμοποιήσει τα υλικά χρώματα της φύσης: άσπρο, μαύρο, ώχρα και χοντροκόκκινο (κεραμιδί).  Ελάχιστα πορτραίτα ξεφεύγουν από τη γκάμα της φύσης – το χρώμα των χαρτιών που επιλέγει (ή δημιουργεί) η καλλιτέχνις δεν εξαιρείται. Με τη βοήθεια των χρωμάτων η ένωση των προσώπων με τη μάσκα τους δεν βγάζει τον ήχο της βαναυσότητας ενός σιδερένιου προσωπείου, αλλά φέρει μια πολυγνώτειο μελαγχολία της ένωσης του ανθρώπου με τη φύση, μέσω της επιστροφής του στην ύλη. Όπως κάθε φυσικό στοιχείο ηχεί αλλιώς, έτσι κι εδώ τα βλέμματα.

Ευθεία συντομοτέρα;

Μετά τον μεταμοντερνισμό, κεντρικό πρόταγμα της εικαστικής πράξης και μαζί μιας εκ νέου διατύπωσης του βλέμματος είναι η αναδόμηση των σπασμένων. Δεν θα μπορούσε να είναι αλλιώς και σε τούτη την περίπτωση, όπου τα νέα πρόσωπα ξαναχτίζονται από τα θραύσματά τους, επικυρώνουν την ταυτότητά τους μέσω της διαγραφής της. Πώς μεταφράζεται αυτό σε εικόνα; Ας παρατηρήσουμε αυτές τις μορφές στα γιγαντόσημα/ μεγεθυσμένες φωτογραφίες ταυτότητας/ profile pictures των «Αυτοπτών». Θα διαπιστώσουμε πολλούς διαφορετικούς τρόπους ρήξης με τη συμπαγή προσωπικότητα και επανεγκαθίδρυσης του προσώπου ως μάσκας. Φυσικά δεν υπάρχει καμία κλασική σημειολογία μάσκας εδώ. Δεν διακρίνουμε καθαρές επιφάνειες που κρύβουν φερειπείν την περιοχή γύρω από τα μάτια ή κάτω από τη μύτη, όπως είθισται με τους κλασικούς μασκοφόρους. Αλλά, από την άλλη, ποιος είναι κλασικός μασκοφόρος σήμερα; Μόνον ο καρναβαλιστής.

Η διασταύρωση των γραμμών ποικίλει: άλλοτε έχουμε μια εύτακτη σταυροειδή συνάντηση καθέτων και οριζοντίων, που μας δίνουν την προστατευτική πανοπλία ενός ιππότη, άλλοτε οι γραμμές μετακομίζουν κάτω από το σκιασμένο πρόσωπο εν είδει καρδιογραφήματος, άλλοτε λιώνουν υπό το βάρος του νερού κι αφήνουν μόνο ένα μάτι με έντονο eye-liner που μας βυθίζει σε μια παραλίμνια γαιώδη κάτοψη. Αλλού ένα αδρό πρόσωπο κοιτάζει πίσω από τις τεθλασμένες γραμμές μιας ακάνθινης προσωπίδας, κι αλλού το πρόσωπο έχει σβηστεί πίσω από έναν ξεκάθαρο λαβύρινθο. Η πολυχρωμία του πλέγματος σ’ έναν «Αυτόπτη» μεσαίου μεγέθους, που κρύβει κάποιο πρώην-πρόσωπο, ορίζει ακριβώς την αντιφατική αίσθηση του γεμάτου κενού: σ’ αυτό το έργο η μόστρα/φάτσα μοιάζει να αποκαλύπτει την πλεκτή της φύση προβάλλοντάς την με παρρησία προς το μέρος του θεατή. Το κέντρο μας πέθανε, ζήτω το κέντρο μας!

Όσο περισσότερο οι γραμμές χορεύουν (δείτε τον αφαιρετικό, βαρύ χορό του μεγάλου τελάρου της έκθεσης – σκέφτομαι την Πίνα Μπάους να χορογραφεί ένα ζεϊμπέκικο πάνω στον καμβά της Μαρτίνου!), όσο οι γραμμές χάνουν την ευθύτητά τους, ολοένα και συντομεύουν το δρόμο τους προς την κατανόηση και την ενσυναίσθηση του θεατή. Τεθλασμένη ρίγα συντομοτέρα πάσης ευθείας. Όσο πιο έμμεσα λες κάτι, τόσο πιο κοντά στην τέχνη της μυθοπλασίας, στη μυθοπλασία της τέχνης βρίσκεσαι. Με την τόση βία του οπτικού πολιτισμού, τα υστερικά χρώματα που κάθονται καθημερινά στα μάτια μας, όσο πιο έμμεσα βλέπεις κάτι τόσο περισσότερο χρόνο έχεις να το αξιολογήσεις και να το χαρείς. Ανταλλάσσοντας βλέμματα με τους Αυτόπτες της Ελεάννας Μαρτίνου, καταλαβαίνεις: η τέχνη σού προσφέρει ένα ολοδικό σου αυτοσχέδιο παρατηρητήριο από καλάμια, ένα έμμεσο βλέμμα, ένα διάλειμμα στην κυριολεξία, μια τεθλασμένη γραμμή.

 

Μ.Γ.

Νοέμβριος 2016